Παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου

Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάσταση του άρθρου 13 με το άρθρο 4 του Ν.4646/2019, ορίζεται ότι σε περίπτωση παροχής σε είδος με τη μορφή δανείου, ανεξαρτήτως εάν η σύμβαση έχει συναφθεί εγγράφως ή όχι, το ύψος της παροχής συνίσταται στη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα.

Σχόλιο : Τα ανωτέρω ισχύουν για παροχές σε είδος που λαμβάνονται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2020 και μετά, (σχετική η παράγραφος 2 του άρθρου 66 του Ν.4646/2019).

Επισημάνσεις

i) Για τον προσδιορισμό του μέσου επιτοκίου αγοράς ισχύουν τα οριζόμενα στην απόφαση ΠΟΛ.1034/2014.

ii) Με τις ως άνω διατάξεις προβλέπεται ρητά ότι, πλέον, ακόμη και στις περιπτώσεις στις οποίες το δάνειο δεν έχει περιβληθεί τη μορφή έγγραφης συμφωνίας, ως παροχή σε είδος, λαμβάνεται η διαφορά των τόκων που προκύπτει κατά τα ανωτέρω και όχι το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου του δανείου, όπως ίσχυε με τις προγενέστερες διατάξεις.

iii) Προκειμένου για την εφαρμογή της διάταξης αυτής εναπόκειται στα μέρη να αποδείξουν τόσο την ύπαρξη δανείου όσο και τους όρους της δανειακής σύμβασης. Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό της ως άνω διαφοράς τόκων, επί μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας δανείου, εναπόκειται στα αντισυμβαλλόμενα μέρη να αποδείξουν τη διάρκεια του δανείου, επιτόκιο, δόσεις, σκοπό κ.λπ., με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, (π.χ. σχετικές εγγραφές στα βιβλία της εργοδότριας επιχείρησης και καταβολή και επιστροφή του δανείου με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, κ.λπ.).

iv) Σε όσες περιπτώσεις δεν υφίσταται έγγραφη σύμβαση δανείου και δεν είναι δυνατό να αποδειχθούν οι όροι της δανειακής σύμβασης, θεωρείται ότι το δάνειο έχει ληφθεί με μηδενικό επιτόκιο (άτοκο) και ως μέσο επιτόκιο αγοράς λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδας για τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς για το μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή, (σχετική η απόφαση ΠΟΛ.1034/2014).

v) Αναφορικά με τις προκαταβολές μισθών, με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1219/2014 είχε διευκρινιστεί ότι ποσά που υπερβαίνουν τους 3 μισθούς, θεωρούνται δάνειο. Δεδομένου ότι με τις νέες διατάξεις απαλείφεται η φράση «η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών θεωρείται δάνειο», με την εγκύκλιο Ε.2197/2020 διευκρινίστηκε ότι, στο πλαίσιο των νέων διατάξεων προκαταβολές μισθών, ανεξαρτήτως του ύψους τους, δεν θεωρούνται δάνειο όταν εξοφλούνται στο σύνολό τους, έναντι των αντίστοιχων μελλοντικών μισθών, ήτοι για τους επόμενους μήνες δεν θα καταβληθούν στον εργαζόμενο οι αποδοχές του, έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς το ποσό της προκαταβολής.

Αντίθετα, σε περίπτωση που οι προκαταβολές μισθών εξοφλούνται μέσω μηνιαίων κρατήσεων από τις αποδοχές του εργαζομένου, θεωρούνται δάνειο και ως εκ τούτου συνιστούν παροχή σε είδος. Για τις προκαταβολές μισθών που συνιστούν δάνειο ως μέσο επιτόκιο αγοράς για τον προσδιορισμό της διαφοράς των τόκων λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου, όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής, (σχετική η απόφαση ΠΟΛ.1034/2014).

Παραδείγματα

α) Εργαζόμενος με μηνιαίες αποδοχές 1.200,00 ευρώ λαμβάνει από τον εργοδότη του τον Ιανουάριο ποσό 4.200,00 ευρώ (3,5 μισθούς) ως προκαταβολή μισθού και συμφωνείται ότι δεν θα του καταβληθούν καθόλου αποδοχές μέχρι να αποπληρωθεί το εν λόγω ποσό, (δεν θα του καταβληθούν αποδοχές τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο ενώ τον Μάιο θα του καταβληθεί το ποσό των 600,00 ευρώ).

Στη περίπτωση αυτή, το συνολικό ποσό των 4.200,00 ευρώ δεν θεωρείται δάνειο και ως εκ τούτου δεν συνιστά παροχή σε είδος, καθόσον δεν πραγματοποιείται εξόφληση δια μηνιαίων κρατήσεων, λόγω του ότι ο εργαζόμενος λαμβάνει αποδοχές, κατά τον τελευταίο μήνα (Μάιο) αφότου έχει αποσβεστεί ολοσχερώς το οφειλόμενο ποσό.

β) Εργαζόμενος με μηνιαίες αποδοχές 1.200,00 ευρώ λαμβάνει από τον εργοδότη του τον Ιανουάριο ποσό 4.200,00 ευρώ (3,5 μισθούς) ως προκαταβολή μισθού και συμφωνείται ότι να το εξοφλήσει σε ένα χρόνο, μέσω μηνιαίων κρατήσεων ύψους 350,00 ευρώ από τις αποδοχές του.

Στη περίπτωση αυτή, το συνολικό ποσό των 4.200,00 ευρώ θεωρείται δάνειο και ως εκ τούτου συνιστά παροχή σε είδος, καθόσον πραγματοποιείται εξόφληση δια μηνιαίων κρατήσεων.